Τα ατελείωτα δειλινά ενός κυμπάρη Σακαφλιά
Τα ατελείωτα δειλινά ενός κυμπάρη Σακαφλιά
Γράφει ο Γιάννης Κοτσώνης
Γεννήθηκε την ίδια ημέρα του ίδιου μήνα στα Τρίκαλα και έφυγε 69 χρόνια μετά στο Λονδίνο έπειτα από άνιση μάχη με την επάρατο, την οποία πάλεψε παλικαρίσια όπως παλικαρίσια πάλευε σε όλη του τη ζωή. Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες του αστικού – λαϊκού τραγουδιού(Ρεμπέτικο στην καθομιλουμένη, ωστόσο αυτή η ονομασία δόθηκε ως υποτιμητική από το φασιστικό καθεστώς του Μεταξά και τους Μανιαδάκηδες).
Ο Βασίλης Τσιτσάνης παρότι κατέβηκε στην Αθήνα για σπουδές στη Νομική σύντομα ανέδειξε και επέδειξε το ταλέντο του για τη μουσική σε κύκλους από φτασμένους μουσικούς του είδους όπως οι Στράτος Παγιουμτζής, Μάρκος Βαμβακάρης και ο Στελλάκης Περπινιάδης . Από μικρός στα Τρίκαλα είχε ένα επίκτητο ταλέντο για τη μουσική και την οργανοποιία. Είχε μάθει μαντολίνο, βιολί και μπουζούκι και στην Αθήνα ανέδειξε τις συνθετικές του ιδιότητες και ικανότητες.
Από το 1936 μέχρι το 1940 είχε κυκλοφορήσει 53 μικρά δισκάκια των 45 στροφών, τα λεγόμενα 7”, ενώ από το 1942 μέχρι την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης τον ΕΛΑΣ, δηλαδή τον στρατιωτικό βραχίονα του ΕΑΜ, έζησε και μεγαλούργησε εκεί έχοντας ανοίξει ένα μουσικό τσιπουράδικο. Η ονομασία του ήταν το «Ουζερί ο Τσιτσάνης» στην τότε οδό Παύλου Μελά 22. Μετά το τέλος λεγόμενου “εμφυλίου” ο Β. Τσιτσάνης δημιούργησε μερικά από τα πιο σπουδαία του έργα και προσεταίρισε το προπολεμικό αστικό λαϊκό τραγούδι σε νέες φόρμες αυτές που αργότερα και αδόκιμα ονομάστηκαν “αρχοντορεμπέτικα”. Φυσικά δεν ήταν ο μόνος μιας και στο εν λόγω είδος συνυπήρξαν χρονικά μαζί του ο Απόστολος Καλδάρας και άλλοι μεγάλοι Έλληνες συνθέτες που ενοποίησαν τις υπέροχες μουσικές τους με τα βάσανα του λαού ποτέ δεν έβρισκε τη γη της επαγγελίας.
Ο Τσιτσάνης εν τέλει ήταν ένας κυμπάρης συνθέτης που μελοποίησε και έντυσε μουσικά την εικόνα των ονειρικών δειλινών σε τόπους εξωτικούς κι ονειρεμένους με αθάνατες μουσικές. Αυτός που έγραψε για τους πόνους του λαού, την παλικαριά και την ντομπροσύνη του μπροστά στα βασανιστήρια του πάσης φύσης κατακτητή, όχι μόνο στην περίοδο της κατοχής μέσα σε παγωμένα και υγρά κελιά, όπου ένα παλαιό χιλιοτρυπημένο και πολυμανταρισμένο σακάκι τον “προστάτευε” απ΄τις παραπάνω κακουχίες του. Που και ο ίδιος ο Τσιτσάνης, ποικιλοτρόπως βίωσε από μικρό παιδί κι αυτό ήταν που τον αποθέωσε στα μάτια των φτωχών λαϊκών στρωμάτων τόσο πολύ και που συνεχίζει να τον κάνει τόσο μοναδικό στα μάτια τους εσαεί, όσο θα υπάρχει, εκμετάλλευση. φτώχεια και εξαθλίωση για να πλουτίζει η ολιγαρχία.
Έτος | Τίτλος |
---|---|
1936 | Σ’ Ένα Τεκέ Σκαρώσανε |
1936 | Πικρός Είναι Ο Πόνος Μου Μαντήλι Χρυσοκεντημένο |
1937 | Να Γιατί Περνώ |
1937 | Μαριώ Και Μανάβης Γκουβενάντα |
1937 | Για Σένα Ξενυχτώ Τα Χάνω Σαν Σε Βλέπω |
1937 | Όλα Τα Έχω Βαρεθεί (Είμαι Παιδάκι Με Ψυχή) Ξελογιάστρα |
1937 | Ο Τσιτσάνης Στο Μόντε Κάρλο Τρικαλινή Τσαχπίνα |
1937 | Με Θαμπώνουν Οι Ματιές Σου Με Λικέρ Και Με Σαμπάνια |
1938 | Θα ‘Ρθω Μια Γλυκιά Βραδιά (Μια Χιονισμένη Νύχτα) Σ’ Αυτόν Τον Κόσμο Δυστυχής |
1938 | Η Ξενητιά Το Τρελοκόριτσο |
1938 | Σήμερα Ξύπνησα Πρωί |
1938 | Πολίτισσα Τι Θέλεις Από Μένα |
1938 | Παρηγοριά Τα Μάτια Σου Δεν Το ‘Πα Το Παράπονο |
1938 | Η Μικρή Των Ποδαράδων |
1938 | Απόψε Να Μην Κοιμηθείς |
1938 | Ο Ασυρματιστής(Στο Τάγμα Τηλεγραφητών) Από Σένα Τι Ζηλεύω |
1938 | Βασίλω Δυο Χρόνια Σ’ Αγαπώ |
1938 | Μπράβο Σου Πως Με Δουλεύεις Τσιγγάνα Μου Γλυκιά |
1938 | Στα Ταβερνία Θα Τριγυρνώ Στης Σαλονίκης Τα Στενά |
1938 | Μαριώ (Η Μαριγώ) Χορός Πολίτικος |
1938 | Κάποτε Ζήλεψα Μελαχρινή Κοπέλα |
1938 | Πάνε Τα Παλιά Προξενεύουν Τον Σταμάτη |
1938 | Αγαπώ Μια Παντρεμένη Μαζί Σου Εγώ Που Τα ‘Μπλεξα |
1938 | Μια Νύχτα Στο Πασαλιμάνι Οι Μερακλήδες |
1938 | Θα Ρωτήσω Τη Μαμά Σου Μες Στην Πολλή Σκοτούρα Μου |
1939 | Αρχόντισσα |
1939 | Ο Γάμος Του Τσιτσάνης Ατελείωτο |
1939 | Τα Βελούδινα Μάτια Σου |
1939 | Φάνταζες Σαν Πριγκιπέσσα Είσαι Αριστοκράτισσα Κι Ωραία |
1939 | Την Ομορφιά Σου Έχασες Πάνε Τα Λεφτά Μου |
1939 | Δεν Σε Θέλω Πια Τώρα Γυρνάς Τις Γειτονιές |
1939 | Μηχανικά Με Μπέρδεψες(Μεγάλο Πόνο Μου ‘Βαλες) Καλαμπακιώτισσα |
1939 | Ο Σακαφλιάς Ταταυλιανό |
1939 | Οι Φιλενάδες |
1939 | Μικρή Μικρή Σ’ Αγάπησα Σκληρόκαρδη |
1939 | Θα Προτιμήσω Θάνατο (Όταν Γυρνάς Και Με Κοιτάς) Τα Παντρεμενάδικα |
1939 | Αφού Μ’ Αρέσει Να Γυρνώ Είσαι Σαν Νεράιδα |
1939 | Νταίζη Σε Φίνο Ακρογιάλι(Παραγουάη) |
1939 | Σε Περιμένουνε, Σε Συζητούνε Να Πάμε Για Τη Βούλα (Το Φιλί Δεν Είναι Κρίμα) |
1939 | Η Μάγισσα Της Αραπιάς Μια Βίλλα Εγώ Θα Σου ‘Χτιζα |
1939 | Θα Βρω Μιαν Άλλη Με Καρδιά |
1939 | Ματσαράγκα (Στου Αλευρά Τη Μάντρα) Καμαριέρα |
1939 | Ο Τσιτσάνης Στη Ζούγκλα Σέρβικο |
1940 | Την Κυριακή Το Δειλινό Δώδεκα Η Ώρα(Μαριώ) |
1940 | Το Κατσαρό Σου Το Μαλλί Τρικαλινό Ζεϊμπέκικο |
1940 | Το Σύρε Κι Έλα Αρχήνισα |
1940 | Σαν Εγγλέζα Να Φερθείς |
1940 | Χαρέμια Με Διαμάντια Σε Ζηλεύω, Σε Πονώ |
1940 | Γι’ Αυτά Τα Μαύρα Μάτια Σου Φίνα Θα Την Περνάμε |
1940 | Ο Κόσμος Απ’ Τη Ζήλεια Του Τ’ Άδικο Ο Θεός Δεν Θέλει |
1940 | Για Μια Ξανθούλα Ζωίτσα Μου |
1940 | Μπατίρης Μ’ Ένα Πικρό Αναστεναγμό |